«Η προσπάθεια απόκρυψης της αλήθειας είναι επικίνδυνη για τη Δημοκρατία»: Όσα ειπώθηκαν στην εκδήλωση του Κ. Αρβανίτη «Η Δημοσιογραφία στο Απόσπασμα»
Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει σήμερα η δημοσιογραφία στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου εκπρόσωποι του Τύπου πληρώνουν ακόμη και με το αίμα τους το τίμημα της ανεξάρτητης ενημέρωσης, καθώς και η ανάγκη προστασίας της ελευθερίας του Τύπου ως θεμέλιου της δημοκρατίας αναδείχθηκαν στην εκδήλωση “Η Δημοσιογραφία στο Απόσπασμα” που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 15 Μαΐου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι προσωπικές μαρτυρίες και οι ουσιαστικές αναλύσεις από τους συμμετέχοντες έδωσαν πλήρως τη ζοφερή εικόνα και κατέδειξαν τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν για να ενισχυθεί το έργο και η ασφάλεια των δημοσιογράφων.
Ο Αντιπρόεδρος της ευρωπαϊκής Αριστεράς (The Left)και συντονιστής της εκδήλωσης, Κώστας Αρβανίτης, τιμώντας τους δημοσιογράφους που έχουν δολοφονηθεί αλλά και εκείνους που έχουν φυλακιστεί, τραυματιστεί και απαχθεί λόγω της έρευνάς τους τόνισε ότι “η βία εναντίον τους δεν είναι τυχαία, είναι εργαλείο εκφοβισμού, για να σιωπήσει όποιος τολμά να βρει, να δει και να πει την αλήθεια. Και βέβαια, δεν είναι μόνο η φυσική βία αλλά υπάρχουν και πιο “εκλεπτυσμένες” μορφές καταστολής: εξάρτηση από κρατικές διαφημίσεις, ολιγοπώλια, καταχρηστικές αγωγές και SLAPP’s, ψηφιακός εκφοβισμός”.
Η πρώτη παρέμβαση έγινε από τον Yousef Habash, από το Συνδικάτο των Παλαιστινίων Δημοσιογράφων, ο οποίος ανήμερα της επετείου της Nakba (Καταστροφής) για τους Παλαιστινίους μίλησε για τη γενοκτονία που συντελείται από το Ισραήλ στη Γάζα και τη συντονισμένη προσπάθεια να κρυφτεί η αλήθεια για όσα συμβαίνουν. “Το Ισραήλ προσπαθεί να φιμώσει την αλήθεια με αεροπορικές και χερσαίες επιθέσεις που έχουν καταστρέψει γραφεία ΜΜΕ. Δεν επιτρέπει την πρόσβαση στα ξένα ΜΜΕ. Θέλει να ελέγξει την αλήθεια. Οι δημοσιογράφοι στη Γάζα εξοντώνονται συστηματικά” ανέφερε και απηύθυνε έκκληση στους διεθνείς οργανισμούς και την ΕΕ να λάβουν μέτρα για την προστασία των δημοσιογράφων στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.
Για τον πόνο των οικογενειών των θυμάτων μίλησε η Στάθα Καραϊβάζ Αλεξανδροπούλου, χήρα του Γιώργου Καραϊβάζ, που δολοφονήθηκε εν ψυχρώ στον Άλιμο, ενώ ερευνούσε μεταξύ άλλων το οργανωμένο έγκλημα και τις κρατικές διασυνδέσεις του. Εκφράζοντας την ελπίδα ότι δεν έχουν σταματήσει οι έρευνες για τη σύλληψη των υπευθύνων 4 χρόνια μετά, ζήτησε ουσιαστική μέριμνα και αρωγή για τις οικογένειες των δολοφονημένων δημοσιογράφων, ώστε να αντεπεξέλθουν στην καθημερινότητά τους και στην ανατροπή που φέρνει μια άδικη, άνανδρη, πληρωμένη δολοφονία.
Η Tina Urso, εκπροσωπώντας το Ίδρυμα για τη Μαλτέζα δημοσιογράφο Δάφνη Καρουάνα Γκαλίσια που δολοφονήθηκε το 2017, είπε ότι “αυτές οι τραγωδίες δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά αλλά μέρος ενός μοτίβου βίας και εκφοβισμού”. Καλεί τα κράτη όχι μόνο να ερευνούν τα εγκλήματα και να διώκουν τους υπεύθυνους αλλά να λαμβάνουν μέτρα για την αποτροπή τους, όπως μηχανισμούς έγκαιρης προειδοποίησης για δημοσιογράφους που κινδυνεύουν, αποτελεσματικούς νόμους κατά των SLAPP’s και εφαρμογή του κράτους δικαίου. “Όταν σκοτώνονται δημοσιογράφοι, χάνουμε κάτι περισσότερο από ζωές: χάνουμε γεγονότα, χάνουμε δικαιοσύνη, χάνουμε την ικανότητα να αντιμετωπίσουμε την κατάχρηση εξουσίας”, συμπλήρωσε.
Διαφωτιστικές ήταν οι παρεμβάσεις για τον τρόπο που λειτουργούν οι σκοτεινοί μηχανισμοί της προπαγάνδας και του εκφοβισμού. Η Μαρία Καρυστιανού, Πρόεδρος του Συλλόγου Θυμάτων Τεμπών, αφότου περιέγραψε το προαναγγελθέν κρατικό έγκλημα των Τεμπών και την απόπειρά συγκάλυψής του, αναφέρθηκε εκτενώς στην οργανωμένη εκστρατεία δολοφονίας χαρακτήρων σε βάρος των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών, δημοσιογράφων και επιστημόνων που αμφισβητούν το κυβερνητικό αφήγημα, με τη συμμετοχή κρατικών μηχανισμών, μέσων ενημέρωσης και ανώνυμων λογαριασμών. Αναφερόμενη στην Ομάδα Αλήθειας είπε ότι “στην Ελλάδα δεν έχουμε κράτος δικαίου, όποιος τολμήσει να μιλήσει για αλήθεια τρώει λάσπη” και παρέθεσε εκτενές βίντεο με σχετικές δηλώσεις και αναρτήσεις στο διαδίκτυο.
Ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης, ένα από τα τουλάχιστον 87 θύματα παρακολουθήσεων από την ΕΥΠ με το παράνομο λογισμικό Predator, είπε ότι θα κάνουμε αρκετό καιρό ακόμη, τουλάχιστον δύο χρόνια, μέχρι να μάθουμε από αυτό το κομμάτι το δικαστικό τι πραγματικά έχει συμβεί». Ανέφερε ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν γίνει κάποια βήματα, όπως το έργο της Επιτροπής PEGA και ο Κανονισμός για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης, ωστόσο δεν επαρκούν και πρόσθεσε: “Το πρόβλημα είναι ότι έχουμε ένα σύστημα το οποίο δεν δέχεται τον θεσμικό έλεγχο, ένα σύστημα που υπονομεύει διαρκώς το κράτος δικαίου και βεβαίως ένα σύστημα που βάλλει κατά της ερευνητικής δημοσιογραφίας”.
Θύμα εξουθενωτικών αγωγών από ισχυρό πρόσωπο λόγω της έρευνάς της, η δημοσιογράφος Γιάννα Παπαδάκουπεριέγραψε πώς καθορίζεται η ειδησεογραφία στα μέσα ενημέρωσης, όπου διογκώνονται αστυνομικά συμβάντα και θάβονται πραγματικά εγκλήματα και σκάνδαλα. “Ο μεγαλύτερος κίνδυνος στη χώρα μας είναι η επιβαλλόμενη σιωπή και οι στρατηγικές αγωγές βοηθούν σε αυτό, γιατί φοβίζουν”, τόνισε συμπληρώνοντας ότι οι εκπρόσωποι του συστήματος δημιουργούν τη δική τους ατζέντα, που ευνοεί το καθεστώς, κυρίως την κυβέρνηση.
Η κατάσταση στην Ελλάδα, όπως και σε όλον τον κόσμο έχει χειροτερέψει, είπε ο πρώην ευρωβουλευτής Στέλιος Κούλογλου, που εργάστηκε καθοριστικά για την αντί-SLAPP νομοθεσία στην ΕΕ, η οποία όμως δεν επαρκεί και στην Ελλάδα δεν έχει εφαρμοστεί. Εξηγώντας την επιδείνωση της κατάστασης, όπου στόχος γίνονται και οι πολιτικοί, ο Στέλιος Κούλογλου και ο Κώστας Αρβανίτης μίλησαν για τις αγωγές που έχουν δεχθεί από τον Γρηγόρη Δημητριάδη για το κοινοβουλευτικό τους έργο, για επιστολή προς την Πρόεδρο του ΕΚ και ομιλία στην ευρωβουλή αντίστοιχα.
Η πρώην ευρωβουλεύτρια, Sophie In ‘t Veld, που έχει στηλιτεύσει την κατάσταση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα, αναγνωρίζοντας ότι ζούμε σε δύσκολη εποχή θέλησε να στείλει αισιόδοξο μήνυμα λέγοντας ότι “η σιωπηλή πλειοψηφία είναι ισχυρότερη από όσο νομίζουμε και ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχουμε τη δύναμη ως πολίτες”. Έδωσε το παράδειγμα της δικαστικής νίκης της Ελληνίδας δημοσιογράφου των New York Times Ματίνας Στεβή κατά της Προέδρου της Κομισιόν για το Pfizergate. Κατηγόρησε την ευρωπαϊκή ηγεσία ότι ψεύδεται όταν ισχυρίζεται πως δεν έχει την εξουσία να δράσει για την προστασία της ελευθεροτυπίας αλλά βρίσκει την εξουσία για να στείλει όπλα στην Ουκρανία ή να υπογράψει βρώμικες συμφωνίες με τρίτες χώρες για το μεταναστευτικό. Αναρωτήθηκε γιατί η Πρόεδρος της Κομισιόν είναι σιωπηλή για όλα τα θέματα που αφορούν την Ελλάδα, συμπληρώνοντας ίσως επειδή είναι στενή φίλη του πρωθυπουργού και έκανε διακοπές μαζί του.
“Η δημοσιογραφία είναι ενοχλητική για αυτούς που έχουν κάτι να κρύψουν, είτε είναι οι κυβερνώντες είτε είναι τα επιχειρηματικά συμφέροντα’ είπε η Μάχη Νικολάρα, μέλος του ΔΣ της ΕΣΗΕΑ. Τόνισε και τον οικονομικό παράγοντα για την κατάσταση της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα, καθώς το πρόβλημα διογκώθηκε την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Δημοσιογράφοι έμειναν άνεργοι ή οι μισθοί τους κατακρημνίστηκαν. ΜΜΕ έκλεισαν ή συρρικνώθηκαν. Οι εργασιακές σχέσεις αποσαθρώθηκαν και οι εργαζόμενοι είναι όμηροι. Τα μέσα συγκεντρώνονται σε λίγα χέρια και όποιος πληρώνει την ενημέρωση, έχει λόγο στο περιεχόμενό της.
Όλοι οι εκπρόσωποι των δημοσιογραφικών ενώσεων περιγράφουν ένα ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας των ΜΜΕ και νέες προκλήσεις. Ο Ricardo Guttierez από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, διαπιστώνει την άνοδο ενός λούμπεν προλεταριάτου εντός του δημοσιογραφικού κλάδου, καθώς “όταν οι δημοσιογράφοι δεν έχουν αξιοπρεπείς εργασιακές συνθήκες, δεν μπορούν φέρουν εις πέρας την αποστολή τους, να αναζητούν την αλήθεια και να αναγκάζουν τους έχοντες την εξουσία να λογοδοτήσουν”.
Η Julie Majerczak, από τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα, οι οποίοι κατατάσσουν τελευταία την Ελλάδα σε θέματα ελευθεροτυπίας μεταξύ των 27 κρατών της ΕΕ με βάση στοιχεία και αναλύσεις, υπογράμμισε την υποχώρηση του Τύπου παγκοσμίως. “Οι συνθήκες για την άσκηση της δημοσιογραφίας είναι κακές στις μισές χώρες του κόσμου και ικανοποιητικές σε λιγότερες από μία στις τέσσερις χώρες”. Τόνισε ότι οι οικονομικές πιέσεις και η κυριαρχία των ψηφιακών πλατφορμών υπονομεύουν σοβαρά την ανεξαρτησία και ποιότητα της δημοσιογραφίας, επιτείνοντας την παραπληροφόρηση και διαβρώνοντας την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Εξαιρετικά δυσμενή εικόνα μετέφερε και η Ena Bavčićαπό το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ελευθερία του Τύπου και των ΜΜΕ, καθώς την περασμένη χρονιά εκτινάχθηκαν τα περιστατικά επιθέσεων κατά δημοσιογράφων και ΜΜΕ σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες. Και η κυρία Bavčić κρίνει ως σημαντικά επιτεύγματα την νομοθεσία anti-Slapp και τον Κανονισμό για την Ελευθερία των ΜΜΕ αρκεί να ενσωματωθούν στις εθνικές νομοθεσίες και να εφαρμοστούν.
Την ένταση και τη συχνότητα των SLAPP’s ακόμη και κατά πολιτικών και ευρωβουλευτών επεσήμανε ο Παύλος Νεράντζης, μέλος του Συμβουλίου Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΜΘ. “Μου κάνει εντύπωση πώς τα θεσμικά όργανα της ΕΕ δεν αντιμετωπίζουν το θέμα με τη δέουσα προσοχή”, ανέφερε.
Η Χριστίνα Κοψίνη, γραμματέας της ΠΟΕΣΥ, σημείωσε ότι πάντα ασκούνταν πιέσεις στο δημοσιογραφικό έργο αλλά σήμερα οι πιέσεις είναι πιο σύνθετες: οι δημοσιογράφοι είναι πιο ευάλωτοι λόγω της κατάρρευσης των συλλογικών συμβάσεων, της συγκέντρωσης των ΜΜΕ σε λίγα χέρια με εξωδημοσιογραφικά συμφέροντα και της εργαλειοποίησης των προσωπικών δεδομένων για προληπτική λογοκρισία. Ανέδειξε επίσης τον ρόλο και τις προκλήσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης στην ενημέρωση και επεσήμανε τη σημασία των ανεξάρτητων ΜΜΕ, που παράγουν την πιο ουσιαστική δημοσιογραφία σήμερα.