Σημεία από τη συνέντευξη του εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Γιώργου Καραμέρου, στον ραδιοφωνικό σταθμό Real FM και τους δημοσιογράφους Νίκο Χατζηνικολάου, Κάτια Μακρή και Αντώνη Δελλατόλα
Σχετικά με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής
Το επίδικο είναι η σύνταξη ενός κειμένου που θα αποτελέσει πρόταση για σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής. Ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είπε χθες από το Ηράκλειο της Κρήτης πως αυτή θα κατατεθεί δημόσια ή θα υποβληθεί με 30 υπογραφές μέχρι το τέλος της εβδομάδας. Είναι σημαντικό το περιεχόμενο της πρότασης, πλην όμως και η υποβολή της με 30 υπογραφές και πλέον αυτών ενδεχομένως, έχει την κοινοβουλευτική της σημασία.
Υπήρξαν διαφορετικές δηλώσεις, δημόσιες τοποθετήσεις, πλην όμως ουδείς διαφωνεί ότι ο κ. Μητσοτάκης συμπεριλαμβάνεται σε ένα κάδρο βαρύτατων πολιτικών ευθυνών. Τώρα, στην κατάθεση μιας πρότασης για σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής, δεν καλείσαι να αποδείξεις επί του κειμένου. Καταγράφεις τις επαρκείς ενδείξεις που στοιχειοθετούν την ανάγκη περαιτέρω έρευνας.
Υπάρχουν στοιχεία τα οποία αξιολογούνται και είναι γεγονός ότι μπορεί να υπάρξει αμνήστευση για τον οιονδήποτε, όχι για τον πρωθυπουργό, εφόσον απορριφθεί η πρόταση από την κοινοβουλευτική διαδικασία. Αυτό είναι γεγονός. Εντός του υλικού όμως που υπάρχει στην αίθουσα «Παύλος Μπακογιάννης», μαζί με την κύρια δικογραφία, υπάρχει διαθέσιμη στους βουλευτές και η συσχετιζόμενη δικογραφία του μπαζώματος, όπου εκεί ο υφυπουργός λειτούργησε από και παρά τω πρωθυπουργώ -γνωρίζετε τη διαδικασία που έχει ακολουθηθεί, κατά παράβαση, λέμε εμείς, του νόμου, του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής- πλην όμως επανέρχεται αυτή η δικογραφία και εκεί, σε πρώτο πλάνο, είναι ασφαλώς ο κ. Μητσοτάκης.
Πέρα από τις συσχετιζόμενες δικογραφίες, στην κύρια δικογραφία υπάρχει η επιστολή της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σιδηροδρομικών, στις 20 Σεπτεμβρίου του 2021, προς τον πρωθυπουργό – πρώτος αυτός ενημερώθηκε για την κατάσταση στον σιδηρόδρομο. Λέει χαρακτηριστικά για τον σιδηρόδρομο, που είναι σε μία «κόκκινη γραμμή». Υπάρχει, επίσης, μέσα από καταθέσεις και μαρτυρίες, η υπόθεση της αναθεώρησης της σύμβασης με τη Hellenic Train, με τη μείωση των υποχρεώσεων της εταιρείας από 760 στα 160 εκατομμύρια. Και εκεί έρχεται ο νόμος για το επιτελικό κράτος, ο 4622 του 2019, γιατί ακούμε ως αφήγημα όλα αυτά τα έξι χρόνια τον νόμο για το επιτελικό κράτος, αναφέρεται χαρακτηριστικά από τις πρώτες παραγράφους πως «ο πρωθυπουργός λειτουργεί καθ’ υποκατάσταση, παρακολουθεί την εφαρμογή του κυβερνητικού προγράμματος, αποφασίζει, υποκαθιστάπρόσωπα καιόργανα».
Το plan B, αν δεν προχωρήσει η κοινή κατάθεση πρότασης με τη Νέα Αριστερά, είναι να κατατεθεί στη δημόσια σφαίρα. Είναι η κατάθεση της πρότασης και αξιολόγησης από τους πολίτες, από τους δημοσιογράφους, από την κοινή γνώμη, του περιεχομένου της πρότασης. Από ‘κει και πέρα, συζητήσεις και με ανεξάρτητους βουλευτές γίνονται. Και εκείνοι βλέπουν κείμενα ή πρέπει να δουν κείμενα, αλλά καταλαβαίνετε ότι αυτό είναι σύνθετο. Πάντως, όλη αυτή η διαδικασία εκτιμώ ότι στα δύο εκατομμύρια των ανθρώπων που βγήκαν στον δρόμο ζητώντας αλήθεια και δικαιοσύνη, σίγουρα φαντάζει πολύ γραφειοκρατική και ενοχλητική. Οφείλουμε λοιπόν και εμείς γρήγορα να ολοκληρώσουμε και να ανταποκριθούμε σε αυτό που θέλουν.
Για το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο της Βουλής
Δεν τίθεται θέμα νομικής επάρκειας του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Βουλής, όταν μάλιστα αυτό απαρτίζεται από τρεις ανώτατους δικαστές. Ενδεχομένως να ενεργοποιηθεί, πλην όμως αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη κατατεθειμένης πρότασης. Αυτήν εξετάζει το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο του άρθρου 154 του Κανονισμού της Βουλής. Γιατί, όπως λέει ο κανονισμός, με την κατάθεση της πρότασης προς άσκηση δίωξης, δηλαδή την πρόταση της Προανακριτικής, μπορεί να προταθεί από τους βουλευτές που την υπογράφουν η ανάθεση από τη Βουλή σε τριμελές γνωμοδοτικό.
Είναι κάτι το οποίο θα το εξετάσουμε σε δεύτερο χρόνο. Το έχουμε στο τραπέζι, το έχουμε συζητήσει. Με έναν τρόπο, τα όσα θα περιγράφονται σε μία πρόταση Προανακριτικής, παίρνουν τη σφραγίδα τριών έμπειρων δικαστών. Δεν αποκλείεται, λοιπόν. Απ΄ ό,τι βλέπουμε, η κυβέρνηση προσανατολίζεται στην κατάθεση μιας πρότασης που θα περιγράφει μόνο πλημμελήματα. Δεν ξέρω πώς θα μπορέσει να σταθεί μια τέτοια πρόταση στο Γνωμοδοτικό!
Για τον θεσμό της Δικαιοσύνης
Δεν μπορεί να πει κάποιος ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, με την ευρεία έννοια. Είναι σαν να λες «δεν έχω εμπιστοσύνη στην αλήθεια». Πλην όμως δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια σε πρακτικές δικαστών που έχουν συνδέσει το όνομά τους, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, με συγκεκριμένες πρακτικές που έχουν αφήσει στο σκοτάδι πολύκροτες υποθέσεις.
Δεν θέλω να κάνω αξιολόγηση και αναφορές σε συγκεκριμένους δικαστές. Πολλοί από αυτούς έχουν και κωλύματα και ενδεχομένως θα επαναληφθεί η κλήρωση και για την περίπτωση Τριαντόπουλου. Πλην όμως η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν δικαστές οι οποίοι έχουν έρθει σε κόντρα με τους συγγενείς των Τεμπών με έκδοση ανακοινώσεων. Υπάρχουν δικαστές οι οποίοι κάνουν αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση – μιλάω για την κ. Αδειλίνη και την ανακοίνωσή της για τον Σωκράτη Φάμελλο. Δικαστές που έχουν βάλει την υπογραφή τους στην αρχειοθέτηση ή, εν πάση περιπτώσει, στην υποβάθμιση υποθέσεων όπως είναι το σκάνδαλο των υποκλοπών. Καταλαβαίνετε ότι είναι λογικό να υπάρχει δυσπιστία. Να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας.
Εμείς εκπροσωπούμε πολίτες. Όταν οι ίδιοι οι πολίτες -και όχι ως προϊόν λαϊκισμού- αλλά αντιλαμβανόμενοι τις υποθέσεις, αμφισβητούν τη Δικαιοσύνη -όπως τίθεται το ερώτημα στις δημοσκοπήσεις- κατά 70%, εσείς τι πιστεύετε; Ότι το πολιτικό προσωπικό ομνύει στη Δικαιοσύνη με μία αφέλεια; Αυτοί που ομνύουν στη Δικαιοσύνη και την επικαλούνται από το πρώτο λεπτό, εμένα μου προκαλούν μια καχυποψία. Τι είναι αυτό που εμπιστεύονται; Βλέπω για παράδειγμα το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Έχουμε εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη, λένε. Να μη συζητήσουμε, όμως, να μη δούμε τι έχει γίνει πολιτικά;
Για τη συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων
Είναι επιθυμητό και θα ήταν και θετικό να σταματήσει αυτός ο κατακερματισμός. Αλλά αν μου επιτρέπετε να βάλω και πέραν του εκπροσώπου, την προσωπική μου άποψη. Δεν εκτιμώ ότι αυτά χτίζονται με αισιοδοξία και με δηλώσεις ή εκδηλώσεις. Όταν δεν υπάρχει πραγματική βούληση και όταν υπάρχουν, σε κάποιες περιπτώσεις, και ηγεσίες ή εν πάση περιπτώσει πολιτικά πρόσωπα με θέσεις ευθύνης, που τορπιλίζουν την όποια συμπόρευση. Για παράδειγμα, αυτή η υπόθεση για την Παλαιστίνη: Δεν ήταν «κόπος» ή δεν ήταν πρόβλημα για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να υπογράψει την κοινή δήλωση που υπέγραψαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης για μία εξελισσόμενη γενοκτονία, για ένα ανθρώπινο δράμα. Πλην όμως ούτε εκεί μπόρεσε να υπάρξει το μίνιμουμ της συναίνεσης.
Δεν θέλω να μπω στην ουσία και να σχολιάσω τις αιτιάσεις της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ για τη μη συνυπογραφή, μολονότι το κείμενο θα μπορούσε με έναν τρόπο να γίνει και αντικείμενο επεξεργασίας, να μην πω διαπραγμάτευσης. Νομίζω ότι είναι μία δικαιολογία αυτό και αντιλαμβάνεστε ποια είναι και η θέση της κοινής γνώμης απέναντι σε αυτό. Ειρήσθω εν παρόδω, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος, επισκέπτεται αυτή την ώρα τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον κύριο Τασούλα. Δεν έχει απλά συμβολική σημασία, έχει και μία θεσμική αξία η συνάντηση, δεδομένου ότι είναι στα καθήκοντα του Προέδρου της Δημοκρατίας οι διεθνείς επαφές, οι πρωτοβουλίες, για τέτοια θέματα όπως είναι η εξελισσόμενη γενοκτονία στη Γάζα.
Άρα, αυτή τη στιγμή εγώ δεν βλέπω στον ορίζοντα, αν εξαιρέσουμε το κοινοβουλευτικό πεδίο, τη δυνατότητα κάποιας σύμπραξης, πέραν του να επιστρέψουμε στο τοπίο μετά τις εκλογές του 2023, με έναν τρόπο. Δηλαδή, η λαϊκή εντολή που υπήρξε στις εθνικές εκλογές να είναι η Αριστερά αξιωματική αντιπολίτευση, να γίνει με έναν τρόπο σε ένα επίπεδο κοινοβουλευτικής συνεργασίας με τη Νέα Αριστερά. Κάτι άλλο δεν βλέπω, για να είμαι ειλικρινής.